Διάλεξη του ιστορικού ερευνητή κ. Αλέξανδρου Στεφανίδη που δόθηκε το Σάββατο, 20 Οκτώβριου στο ξενοδοχείο "ΚΑΨΗΣ'' στην Θεσσαλονίκη ενώπιον πολυάριθμου ακροατηρίου στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τα 100 χρόνια της απελευθέρωσης της πόλης
"Βρισκόμαστε στην Βαλκανική των αρχών του 2ου αιώνα που ακόμη βρίσκονταν εν μέρει υπό την κατοχή της παραπαίουσας πάλε ποτέ κραταιάς Οθωμανικής αυτοκρατορίας, άλλως πως, ως ο " Μεγάλος Ασθενής", η και με τον γεωγραφικό προσδιορισμό "To ανατολικό ζήτημα".
Οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής ήταν η Γερμανία, η Αστρουγγαρία, η Ρωσία, η Μεγ. Βρετανία, η Γαλλία και Iταλία, όλες λαίμαργες για να αρπάξουν εδάφη η να κατευθύουν και να ποδηγετήσουν τα νεοσύστατα κρατίδια με υπόγειες συμφωνίες.
Η μικρά Ελλάς των 2.600.000 κατοίκων, που έφτανε βόρεια ως τον άξονα Αρτας, Τυρνάβου, Ελασσόνας (φωτό)ω, Ολύμπου Πλαταμώνα, έτσι όπως διαμορφώθηκε το 1881 και περιελάμβανε την Αρτα και την Θεσσαλία. Η Ελλάδα που βγήκε ταπεινωμένη από την παρωδία του ατυχούς πολέμου του 1897 παρασυρμένη από τα σχέδια του Μεγαλοϊδεατισμού, που την είχε ρίξει σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια, και έκανε τους Ελληνες να ξυπνήσουν από ένα εφιαλτικό όνειρο.
Αλλο μεγάλο ζήτημα της εποχής ήταν το Κρητικό που πλησίαζε προς την λύση του. Το 1898 ύστερα από σκληρούς αγώνες αποχωρούν οι Τούρκοι και το 1899 ανακηρύσσεται η ανεξαρτησία της Κρήτης. Η Ελλάδα χρειαζόταν επειγόντως αναθεώρηση της πολιτικής των παλινωδιών, με μια σταθερή απόφαση για αναδιάρθρωση του στρατού και της οικονομίας της.
Την δουλειά αυτή έκανε μια σοβαρή και ισχυρή αλλά ήπια πολιτική πρωσοπικότητα, ο πρωθυπ-ουργός Γεωργιος Θεοτόκης, άνθρωπος του μέτρου και της ευγένειας. Ο Θεοτόκης ο οποίος υπήρξε και τέκτων, αναδιάρθρωσε, εκπαίδευσε και εξόπλισε σοβαρά τον στρατό και την χωροφυλακή, έβαλε τα θεμέλια για την ανασύσταση του στόλου με πραγγελίες πολεμικών πλοίων.
Κυβέρνησε με διαλείμματα την 1η 10ετία του 20ου αιώνα. Ετσι λίγο αργότερα ο Ελ. Βενιζέλος μπόρεσε να ολοκληρώσει την προετοιμασία του κράτους για τους Βαλκανικούς Πολέμους.
Η γενικότερη όμως μακρά πολιτική αστάθεια , η βραδύτης στην λήψη αποφάσεων και η πίεση για άμεση απάντηση και λύση στα συσωρευμένα προβλήματα, έφερε την από καιρό προαναγγελθείσα στρατιωτική επανάσταση - επέμβαση καλύτερα - στα πολιτικά πράγματα του καιρού, το γνωστό μας κίνημαα του Γουδή τον Αύγουστο του 1909. Το κίνημα αυτό ήταν ένα ελαφρύ αντίγραφο του κινήματος των Νεοτούρκων.
Δυο λόγια για να φρεσκάρουμε την μνήμη. Το κίνημα του Γουδή ήταν μια ήπια και όχι αιματηρή επανάσταση, που συστήθηκε από αξιωματικούς με διάφορα φiολαϊκά αιτήματα. Oι κινηματίες στρατιωτικοί επιβλήθηκαν στους πολιτικούς και απαίτησαν την άμεση ψήφιση στην Βουλή θεμάτων εξοπλισμού, κάθαρσης του Δημόσιου βίου κ.α. Δεν επρόκειτο για μια στρατιωτική δικτατορία αλλά για ένα περίεργο μόρφωμα που συνεργάστηκε με τους πολιτικούς πάνω σε ένα πρωιόκολλο . Διοργάνωσαν επίσης ένα μεγάλο συλλαλητήριο, 70,000 ατόμων και διαμαρτυρήθηκαν ενάντια στην ανάμειξη του παλατιού. Εκτός όμως των πολιτικών στο κίνημα προσχώρησαν και πολλοί προοδευτικοί διανοούμενοι και πολιτικοί της εποχής. Το σημαντικότερο ήταν η ιδεολογική έγκυρη συνειδητοποίηση του πολιτικού αδιεξόδου και η πρόσκληση του Ελευθέριου Βενιζέλου, για την επίλυση των προβλημάτων.
Έτσι τον Δεκέμβριο του 1909 ο Βενιζέλος, ως μεσσίας, ανέλαβε τη διακυβέρνηση.
Ο μεγάλος αυτός πολιτικός, τέκτων και αυτός , αναδιοργάνωσε αμέσως το κράτος και το προετοίμασε για την σημαντικότατη ερχόμενη δεκαετία. Με την οξυδέρκεια που τον διάκρινε έκανε επαφές, ιδιαίτερες συμφωνίες ή και συμμαχίες με τα άλλα Βαλκανικά κράτη. Η Ελλάς στάθηκε τυχερή γιατί βρέθηκε στην κατάλληλη στιγμή ο ικανότερος πολιτικός άνδρας να την διοικήσει.
Από την άλλη μεριά στην Βαλκανική, η μεγαλύτερη ανταγωνιστική δύναμη της εποχής ήταν η Βουλγαρία, που συγκρινόμενη με την Ελλάδα είχε ένα τριπλάσιο στρατό και εξοπλισμό. Υποστηριζόμενη από την Ρωσία και την Γερμανία είχε βγει ευνοημένη εδαφικά ήδη από το 1875 με την Συνθήκη του Αγ. Στεφάνου και έκτοτε είχε υιοθετήσει την δική της Μεγάλη ιδέα περί Μεγάλης Βουλγαρίας, που ίσως θα μπορούσε να κατέχει και την Κωνσταντινούπολη! Ταυτόχρονα είχε προχωρήσει και στην θρησκευτική της ανεξαρτητοποίηση με την λεγόμενε αυτοκέφαλη Βουλγαρική Εξαρχία. (1870).
Οι άλλες δυνάμεις ήταν η ισχυρή Σερβία, με μόνιμη επιθυμία της, την έξοδο της προς το Αιγαίο πιεζόμενη πάντα από την Αυστρία με καλές φιλικές σχέσεις με την Ελλάδα, λόγω των κοινών αμυντικών σχεδίων τους απέναντι στην Βουλγαρία. Άλλη μικρότερη δύναμη ήταν το Μαυροβούνιο και τέλος η Ρουμανία, η οποία μόνιμα ήθελε να παίζει τον ρόλο της στην Βαλκανική μέσα από τοπικές κοινοτικές μειονότητες (Βλάχοι), ανταγωνιζόμενη κυρίως την Βουλγαρία.
Αυτές λοιπόν οι δυνάμεις μετά από πολλές συζητήσεις και συμφωνίες, αποφάσισαν και κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμ. Αυτοκρατορία, αποφασισμένες να βάλουν τέλος, στην μακρόχρονη κατοχή εδαφών, πληρωμή φόρων και απαιτήσεων και έτοιμες να επανεξετάσουν τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Τον Σεπτέμβριο του 1912 όλοι οι εμπλεκόμενοι κήρυξαν επιστράτευση. Πρώτο, κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμ. Αυτοκρατορία, το Μαυροβούνιο 25/9 και ακολούθησαν με ταυτόσημη διακοίνωση τους, οι υπόλοιπες δυνάμεις στις 30/9. Η Τουρκία που βρισκόταν σε πόλεμο με την Ιταλία για τα Δωδεκάνησα, υπογράφει ειρήνη, απεμπλέκεται από τον Ιταλικό αποκλεισμό και απορρίπτει τους όρους των Συμμάχων την 4η Οκτωβρίου 1912.
Ο πόλεμος είναι πλέον γεγονός. Η Ελλάς μάχεται στην Δυτική Μακεδονία , η Σερβία στην Κεντρική και η Βουλγαρία στην Ανατολική. Θα εστιάσω τον λόγο μου πλέον στα Ελληνικά πολεμικά γεγονότα.
Ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α', απευθύνει διάγγελμα προς τον Ελληνικό λαό, διαβάζω ένα μικρό απόσπασμα. "...Αι ιεραί υποχρεώσεις προς την φιλτάτην Πατρίδα, προς τους υπόδουλους αδελφούς
μας και προς την ανθρωπότητα ...και μετά την αποτυχίαν των ειρηνικών προσπαθειών μας, προς επίτευξιν και εξασφάλισιν των αν&ρωπίνων δικαιωμάτων, των υπό τον Τουρκικόν ζυγόν Χριστιανών, επιβάλλουν όπως, δια των όπλων θέσουν τέρμα εις την δυστυχίαν την οποίαν ούτοι υφίστανται από τόσων αιώνων." Η Ελλάς με την στρατιά της Θεσσαλίας 70.000 άνδρες, εισβάλει από τα στενά της Μελούνας στην Ελασσόνα, Ν.Δ. Μακεδονία, κυριεύει την Ελασσόνα και ξεχύνεται ορμητικά προς το Σαραντάπορο το οποίο καταλαμβάνει την 10° Οκτωβρίου με αρκετές απώλειες. Εδώ θα συναντήσουμε τον τέκτονα και συνταγματάρχη Στεφ. Γεννάδη επί κεφαλής του ανεξάρτητου ηρωικού αποσπάσματος Ευζώνων, που διακρίθηκε και σε άλλες μάχες κι έγινε υποστράτηγος Δ/της της 5ης Μεραρχίας.
Άλλος ένας τέκτονας αδελφός, ο υπολοχαγός Ιωάννης Καλογεράς ξεχώρισε για την επιτελική στρατιωτική ευφυΐα του στην κρίσιμη κατάληψη του Σαρανταπόρου, και ο οποίος λίγο αργότερα πρωτοστάτησε στη κατάληψη του Μπιζανίου και των Ιωαννίνων. Στη συνέχεια καταλαμβάνονται τα Σέρβια και η Κοζάνη 10/8/1912. Τις μέρες εκείνες γράφτηκε το μέλλον της Μακεδονίας, γιατί ο αρχιστράτηγος διάδοχος Κωνσταντίνος, σχεδίαζε να καταλάβει πρώτα το Μοναστήρι και να στείλει μόνο την 7η Μεραρχία, προς Θεσσαλονίκη.
Ήταν 14 Οκτωβρίου όταν ο υποστράτηγος Δαγκλής, Επιτελάρχης της Στρατιάς, ένας έμπειρος και εξαίρετος αξιωματικός, μακριά από φατρίες, άφηνε την Αθήνα , με την αυστηρή εντολή του Βενιζέλου για άνευ ουδεμίας καθυστερήσεως πορεία του στρατού προς την Θεσσαλονίκη. Και ο Παναγιώτης Δαγκλής ήταν Τέκτων. Αυτός ηγήθηκε ουσιαστικά του Ελληνικού Στρατού. Ο Κωνσταντίνος υπακούει στην άνευ συζητήσεως εντολή του Βενιζέλου και στρέφεται γοργά προς Θεσσαλονίκη, κυριεύει την Βέροια , Κατερίνη και Νάουσα. Στις 19/10 δίνεται η μάχη των Γιαννιτσών που έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ψυχολογία των Τούρκων διότι την θεωρούσαν Ιερή πόλη και ήταν η τελευταία αμυντική γραμμή πριν την Θεσσαλονίκη. Η ορμή των Ελλήνων είναι εκπληκτική, ξεπλένουν μετά από 15 χρόνια το ατυχές 1897.
Οι'Ελληνες κατασκευάζουν γέφυρες για να περάσουν τον Αξιό. Μόλις 20 χιλιόμετρα τους χωρίζουν από την Θεσσαλονίκη.
Η Θεσσαλονίκη της εποχής εκείνης ήταν η 2η μεγαλούπολη της Οθ. Αυτοκρατορίας με 150.000 κατοίκους , όταν η Αθήνα είχε 165.000, το Βελιγράδι 120.000 και η Σόφια 65.000. Ήταν μία πόλις πολυεθνική, όπου οι Εβραίοι ήταν το μεγαλύτερο ποσοστό της με 65.000, οι Τούρκοι 30.000, οι Έλληνες 35.000 και διάφοροι άλλοι το υπόλοιπο. Αυτή η πόλη ήταν το μήλον της έριδος που Βούλγαροι και Έλληνες συναγωνίζονταν ποιος θα την καταλάβει πρώτος, μέσα σε ένα σιωπηλό αιματηρό αγώνα δρόμου.
Να γιατί ο Βενιζέλος ήταν άκαμπτος και αποφασισμένος να την καταλάβει χωρίς χρονοτριβή. Θα σας αναφέρω τώρα κι ένα γεγονός που βοήθησε στην ευτυχή κατάληψη της Θες/νίκης.
Ο γνωστός μας Μακεδονομάχος υπολοχαγός πράκτορας, ο τέκτων Αθανάσιος Νικολαίδης Σουλιώτης, ως σύνδεσμος της Ελληνοβουλγαρικής συμμαχίας ευρισκόμενος στο Βουλγαρικό στρατηγείο μαζί με τον γιατρό Φίλιππο Νίκογλου, πληροφορήθηκαν τις αιφνιδιαστικές κινήσεις των Βουλγάρων μετά την κατάληψη των Σερρών προκειμένου να εισέλθουν πρώτοι στην
Θεσσαλονίκη.
Την σπουδαία αυτή πληροφορία έστειλε με κρυπτογραφικό μήνυμα ο Σουλιώτης στον Βενιζέλο. Ύστερα από 482 χρόνια η Θεσσαλονίκη ανακτούσε την ελευθερία
της (1430-1912).
Πέντε μεραρχίες του Ελληνυού στρατού συγκλίνουν και φθάνουν στις 25 Οκτωβρίου έξω οπό την Θεσσαλονίκη. Ο Τούρκος στρατηγός Χασάν Ταξίν Πασάς με 25.000 στρατιώτες έχουν προετοιμαστεί για την άμυνα υης Θεσσαλονίκης. Ο Ταξίν Πασάς προτείνει να παραδώσει στον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο την πόλη, υπό την προϋπόθεση ότι ο τουρκικός στρατός θα αποχωρήσει με τα όπλα του.
Ο Κων/νος με τελεσίγραφο απορρίπτει την πρόταση και δίνει προθεσμία παράδοσης έως στις 18.00 μμ της επομένης 26/10 άλλως θα επιτίθετο!
Τελικά μετά από διαπραγματεύσεις στις οποίες συμμετείχαν και εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων, οι Τούρκοι συμφωνούν στις 13.00 το μεσημέρι της 26/10, ημέρα εορτασμού του Πολιούχου Αγ. Δημητρίου, να παραδώσουν την πόλη. Στις 23.30 το ίδιο βράδυ υπογράφεται το πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης στους Έλληνες, από τον Ταξίν Πασά και δύο εκπροσώπους , επιτελείς του Κωνσταντίνου, οι γνωστοί αξιωματικοί Ιωάννης Μεταξάς και Βίκτωρ Λούσμανης, Τέκτονες και οι δύο.
Οι Βούλγαροι θα φθάσουν λίγες ημέρες αργότερα στις 29/10 και θα αποδεχθούν την κατάληψη με μεγάλη απογοήτευση. Την ίδια μέρα φθάνει στην Θεσσαλονίκη ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α' για να τονίσει με την άφιξη του την Ελληνική κυριαρχία και σημασία της κατάκτησης.
Λίγες μέρες μετά, 4/11, φθάνει στην Θεσσαλονίκη η Βασίλισσα Όλγα η οποία θα παρακολουθήσει την αγία λειτουργία με τις στρατιωτικές αρχές, στον Αγ. Μηνά όπου θα διαβαστεί απόσπασμα του Μητροπολίτη Κιτίου της Κύπρου, ενός άλλου επιφανούς Τέκτονα, ο οποίος απευθυνόμενος προς τους Θεσσαλονικείς, λέει: «...να παρακαλέσετε τον οικτίρμονα Θεό, ηνωμένοι μετά πίστεως και αγάπης, όπως επεκτείνη το έλεος Αυτού και επί την Ελληνικωτάτης Κύπρου και πάσας τας ακόμη αλύτρωτους Ελληνικάς χώρας...»
Ένας άλλος παράλληλος αγώνας στην θάλασσα είχε ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή και η θαλάσσια αυτή δύναμης της Ελλάδος ήταν το διαπραγματευτικό της πλεονέκτημα που την έκανε σεβαστή, υπολογίσιμη και απαραίτητη μεταξύ των συμμάχων. Τα νεότευκτα πλοία των Ελλήνων με την επί κεφαλής ναυαρχίδα του στόλου το εύδρομο θωρηκτό Αβέρωφ, ήταν η αιτία της παντελούς ναυτικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, εμποδίζοντας την μεταφορά τουρκικών στρατευμάτων στις εμπόλεμες περιοχές και το κλείσιμο του τουρκικού στόλου στα στενά του Ελλησπόντου. Συνοπτικά αναφέρω τις λαμπρές επιτυχίες:
Στις 18 Οκτωβρίου το τορπιλοβόλο πλοίο του υποπλοιάρχου Ν. Βότση εισήλθε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και τορπίλισε την κανονιοφόρο Φετίχ Μπουλέντ. Και ο Νικόλαος Βότσης υπήρξε τέκτων .
Ο στόλος μας απελευθέρωσε όλα τα νησιά του Β.Α. Αιγαίου, Θάσο, Σαμοθράκη 19/10/1912 Μυτιλήνη 8/11, Χίο 11/12. Με τη ναυμαχία της Έλλης 13 Δεκεμβρίου και της Λήμνου 5/1/1913 ο Τουρκικός στόλος θα αποκλειστεί οριστικά στα στενά των Δαρδανελίων. Αφού η κατάληψη της Θεs/νίκης ξεκαθαρίστηκε ο στρατός στράφηκε προς την Ήπειρο. Η πόλις στόχος - κλειδί ήταν τα Γιάννενα, με μία φρουρά 40.000 στρατιωτών Τούρκων και Αλβανών τσάμηδων, υπό τον στρατηγό Μεχμέτ Εσσάτ Πασά. Ο δρόμος προς τα Γιάννενα όμως είχε ένα φοβερό φυσικό εμπόδιο, το Μπιζάνι με τους λόφους του, που είχαν οχυρώσει σαν κάστρο οι Τούρκοι με την τεχνική επίβλεψη και βοήθεια των Γερμανών (στρατηγός καθηγητής της στρατιωτικής Ακαδημίας του Βερολίνου Colmar Freiherr).
Νοέμβριος του 1912, η στρατιά της Ηπείρου βαδίζει προς τα Γιάννενα, όπου θα γραφούν πάμπολλες σελίδες ηρωισμού και αυταπάρνησης. Ταυτόχρονα η Κορυτσά καταλαμβάνεται.
Το σώμα των εθελοντών Γαριβαλδινών μαχητών μάχεται ηρωικά στο Δρίσκο. Μια ευγενική ψυχή ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, Τέκτων κι αυτός, θα ξεψυχήσει στην αγκαλιά ενός άλλου αδελφού αγωνιστή Τέκτονα, του Νικολάου Καρβούνη, λογοτέχνη και φιλόσοφου.
Ο φόρος του αίματος ήταν σκληρός για τους Έλληνες;, 12.000 νεκροί πάμπολλοι οι τραυματίες 7.500 οι Τούρκοι. Οι μάχες στο Μπιζάνι ήταν μάχες χαρακωμάτων, στατικές κάτω από φοβερό κρύο, βροχή, χιόνι και λάσπη. Οι νύκτες άφηναν τους μαχητές με «κρυστάλλινα πόδια» κρυοπαγήματα! Οι ανταλλαγές του πυροβολικού ήταν ατέλειωτες και τρομακτικές. Η κατάληψη των οχυριών στο Μπιζάνι διήρκεσαν σχεδόν 3 μήνες! Σκεφθείτε ότι στις 20 Φεβρουαρίου του '13 το Ελληνικό πυροβολικό έρριψε 15.000 οβίδες πριν την τελική επίθεση! Εδώ έλαβε μέρος ως Δ/της της 8ης Μεραρχίας ο Δημ. Ματθαιόπουλος, αδ.Τέκτων, όπου και τραυματίστηκε.
Στο Μπιζάνι δοκιμάστηκε ο πόλεμος της φθοράς με οποιοδήποτε τίμημα και ήταν το προοίμιο των φοβερών μαχών του 1ου Παγκοσμίου πολέμου με τα εκατομμύρια των νεκρών.
Επακόλουθο των μαχών αυτών ήταν η κύκλωση και παράδοση των Ιωαννίνων. Όλη η Ελληνική ηγεσία είχε φθάσει στο μέτωπο, ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος, ο Ελευθ. Βενιζέλος, ο στρατηγός Δαγκλής και όλη η ηγεσία με τα επιτελεία της. Ο Εσσάτ Πασάς παρέδωσε την πόλη αμαχητί στις 21 Φεβρουαρίου του 13 στο ιστορικό χάνι του Εμίν αγά, αναγνωρίζοντας την άσκοπη και αιματηρή συνέχιση της προάσπισης των Ιωαννίνων. Η είσοδος στην πόλη του Ελληνικού στρατού την επομένη γιορτάστηκε με έξαλλη χαρά .
Μέχρι τις αρχές Απριλίου η κατάσταση σε όλα τα πεδία των μαχών ξεκαθαρίστηκε και συμφωνήθηκε ανακωχή σε όλα τα μέτωπα της Βαλκανικής υπό την επίβλεψη των μεγάλων δυνάμεων. Ταυτόχρονα οριστικοποιήθηκε η σύσταση του Αλβανικού Κράτους και η απώλεια της
Β. Ηπείρου. Επακολούθησαν, η συνθήκη του Λονδίνου (17/5/13) και Βουκουρεστίου (28/7/13) με την οποία η Τουρκία παραιτήθηκε από τις Ευρωπαϊκές κτήσεις της και ξεκίνησε με την επέμβαση των Μεγάλων δυνάμεων η διανομή των εδαφών και η χάραξη των συνοριακών γραμμών.
Η κρυφή διπλωματία οργίασε την εποχή εκείνη. Θύμα της και ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α' (5/3/1913) δολοφονημένος από ένα «παράφρονα» σε ένα ανεξιχνίαστο έγκλημα που η Ιστορία οφείλει να ερευνήσει στο μέλλον. Οι συνθήκες που προανέφερα δεν έλυσαν οριστικά ούτε δίκαια τις απαιτήσεις και οι διαφορές μεταξύ των κρατών διευθετήθηκαν μετά από νέες πολεμικές συγκρούσεις . Αποτέλεσμα των εκκρεμοτήτων αυτών ήταν η 2η Βαλκανική σύρραξη μεταξύ της Βουλγαρίας και από την άλλη πλευρά της Σερβίας, Ελλάδος, Τουρκίας και Ρουμανίας. Ο 2ος Βαλκανικός ήταν ένας σύντομος αλλά ιδιαίτερα σκληρός αγώνας. Η Ελλάδα και η Σερβία συμμάχησαν και πάλι, επειδή οι διαφορές τους με την Βουλγαρία ήταν μεγάλες, λόγω της απαιτητικής και υπεροπτικής συμπεριφοράς της Βουλγαρίας. Τα σύννεφα του πολέμου πύκνωσαν.
Τον Ιούνιο του 1913 η Βουλγαρία επετέθη στην Σερβία και την Ελλάδα.
Ο βασιλεύς και αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος διέταξε γενική αντεπίθεση σε όλα τα μέτωπα. Η μεγαλύτερη, σκληρότερη και φονικότερη μάχη του πολέμου ήταν αυτή του Κιλκίς - Λαχανά στις 19-21 Ιουνίου. Σ' αυτήν έπεσαν και τραυματίστηκαν 10.000. Από τους 8 δοικητές συνταγμάτων έπεσαν οι 6 και διακόσιοι αξιωματικοί, μεταξύ τους και ο έφεδρος ανθ/γος Βασίλειος Πλαστήρας, ο καθηγητής Θεολογίας, δάσκαλος Γυμναστικής το 1905 στην Κορυτσά και Τέκτων αδελφός μας.
Οι Βούλγαροι υποχωρούν. Καταλαμβάνονται ύστερα από σκληρές μάχες η Δοϊράνη, η Καβάλα με την βοήθεια του ναυτικού, το Μελένικο, το Σιδηρόκαστρο, οι Σέρρες,το Δοξάτο και η Δράμα.
Όπου εισέρχονται οι Έλληνες συναντούν αποκαΐδια και δολοφονημένους πολίτες. Τα φοβερά Κομιτάτα συνέχιζαν τις σφαγές. Στις 8 Ιουλίου δίνεται άλλη μια σκληρή μάχη στα στενά της Κρέσνας.
Τρεις μέρες αγώνα για να ανοίξει ο δρόμος της Ελευθερίας προς την Αλεξανδρούπολη, Ξάνθη και Κομοτηνή. Οι Βούλγαροι νικημένοι σε όλα τα πεδία των μαχών από τους υπόλοιπους πρώην συμμάχους της αναζητούν την ανακωχή και την επίλυση των διαφορών με την διπλωματική οδό, ζητώντας βοήθεια από τους προστάτες τους Αυστρία και Ρωσία.
Η συνθήκη του Βουκουρεστίου (28/7/13) απέδωσε στους νικητές του Β' Βαλκανικού πολέμου αρκετά δίκαια, προσδοκώμενα εδάφη.
Η Ελλάδα σχεδόν διπλασίασε την έκταση και το πληθυσμιακό της , (4.800.000 κατ.), έγινε κυρία νέων πλουτοπαραγωγικών πηγών και γενικά κέρδισε τον σεβασμό φίλων και εχθρών.
Δυστυχώς η κληρονομιά των μειονοτικών πληθυσμών, δημιούργησαν αμφισβητήσεις και αιτίες προστριβών που μέχρι και σήμερα συνεχίζονται.
Η Μεγάλη ιδέα δεν υπήρξε ένα εθνικό ουτοπικό όνειρο της Ελλάδος μόνον, αλλά και όνειρο των άλλων δύο Βαλκανικών Χωρών, της Σερβίας και Βουλγαρίας, που όμως οι γεωπολιτικοί και
διεθνείς συσχετισμοί δεν επέτρεψαν να υλοποιηθούν σε καμία τους.
Αλέξανδρος Στεφανίδης
πρ.Σεβ. Σ.Στ. Υψηλάντης
"Βρισκόμαστε στην Βαλκανική των αρχών του 2ου αιώνα που ακόμη βρίσκονταν εν μέρει υπό την κατοχή της παραπαίουσας πάλε ποτέ κραταιάς Οθωμανικής αυτοκρατορίας, άλλως πως, ως ο " Μεγάλος Ασθενής", η και με τον γεωγραφικό προσδιορισμό "To ανατολικό ζήτημα".
Οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής ήταν η Γερμανία, η Αστρουγγαρία, η Ρωσία, η Μεγ. Βρετανία, η Γαλλία και Iταλία, όλες λαίμαργες για να αρπάξουν εδάφη η να κατευθύουν και να ποδηγετήσουν τα νεοσύστατα κρατίδια με υπόγειες συμφωνίες.
Η μικρά Ελλάς των 2.600.000 κατοίκων, που έφτανε βόρεια ως τον άξονα Αρτας, Τυρνάβου, Ελασσόνας (φωτό)ω, Ολύμπου Πλαταμώνα, έτσι όπως διαμορφώθηκε το 1881 και περιελάμβανε την Αρτα και την Θεσσαλία. Η Ελλάδα που βγήκε ταπεινωμένη από την παρωδία του ατυχούς πολέμου του 1897 παρασυρμένη από τα σχέδια του Μεγαλοϊδεατισμού, που την είχε ρίξει σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια, και έκανε τους Ελληνες να ξυπνήσουν από ένα εφιαλτικό όνειρο.
Αλλο μεγάλο ζήτημα της εποχής ήταν το Κρητικό που πλησίαζε προς την λύση του. Το 1898 ύστερα από σκληρούς αγώνες αποχωρούν οι Τούρκοι και το 1899 ανακηρύσσεται η ανεξαρτησία της Κρήτης. Η Ελλάδα χρειαζόταν επειγόντως αναθεώρηση της πολιτικής των παλινωδιών, με μια σταθερή απόφαση για αναδιάρθρωση του στρατού και της οικονομίας της.
Την δουλειά αυτή έκανε μια σοβαρή και ισχυρή αλλά ήπια πολιτική πρωσοπικότητα, ο πρωθυπ-ουργός Γεωργιος Θεοτόκης, άνθρωπος του μέτρου και της ευγένειας. Ο Θεοτόκης ο οποίος υπήρξε και τέκτων, αναδιάρθρωσε, εκπαίδευσε και εξόπλισε σοβαρά τον στρατό και την χωροφυλακή, έβαλε τα θεμέλια για την ανασύσταση του στόλου με πραγγελίες πολεμικών πλοίων.
Κυβέρνησε με διαλείμματα την 1η 10ετία του 20ου αιώνα. Ετσι λίγο αργότερα ο Ελ. Βενιζέλος μπόρεσε να ολοκληρώσει την προετοιμασία του κράτους για τους Βαλκανικούς Πολέμους.
Η γενικότερη όμως μακρά πολιτική αστάθεια , η βραδύτης στην λήψη αποφάσεων και η πίεση για άμεση απάντηση και λύση στα συσωρευμένα προβλήματα, έφερε την από καιρό προαναγγελθείσα στρατιωτική επανάσταση - επέμβαση καλύτερα - στα πολιτικά πράγματα του καιρού, το γνωστό μας κίνημαα του Γουδή τον Αύγουστο του 1909. Το κίνημα αυτό ήταν ένα ελαφρύ αντίγραφο του κινήματος των Νεοτούρκων.
Δυο λόγια για να φρεσκάρουμε την μνήμη. Το κίνημα του Γουδή ήταν μια ήπια και όχι αιματηρή επανάσταση, που συστήθηκε από αξιωματικούς με διάφορα φiολαϊκά αιτήματα. Oι κινηματίες στρατιωτικοί επιβλήθηκαν στους πολιτικούς και απαίτησαν την άμεση ψήφιση στην Βουλή θεμάτων εξοπλισμού, κάθαρσης του Δημόσιου βίου κ.α. Δεν επρόκειτο για μια στρατιωτική δικτατορία αλλά για ένα περίεργο μόρφωμα που συνεργάστηκε με τους πολιτικούς πάνω σε ένα πρωιόκολλο . Διοργάνωσαν επίσης ένα μεγάλο συλλαλητήριο, 70,000 ατόμων και διαμαρτυρήθηκαν ενάντια στην ανάμειξη του παλατιού. Εκτός όμως των πολιτικών στο κίνημα προσχώρησαν και πολλοί προοδευτικοί διανοούμενοι και πολιτικοί της εποχής. Το σημαντικότερο ήταν η ιδεολογική έγκυρη συνειδητοποίηση του πολιτικού αδιεξόδου και η πρόσκληση του Ελευθέριου Βενιζέλου, για την επίλυση των προβλημάτων.
Έτσι τον Δεκέμβριο του 1909 ο Βενιζέλος, ως μεσσίας, ανέλαβε τη διακυβέρνηση.
Ο μεγάλος αυτός πολιτικός, τέκτων και αυτός , αναδιοργάνωσε αμέσως το κράτος και το προετοίμασε για την σημαντικότατη ερχόμενη δεκαετία. Με την οξυδέρκεια που τον διάκρινε έκανε επαφές, ιδιαίτερες συμφωνίες ή και συμμαχίες με τα άλλα Βαλκανικά κράτη. Η Ελλάς στάθηκε τυχερή γιατί βρέθηκε στην κατάλληλη στιγμή ο ικανότερος πολιτικός άνδρας να την διοικήσει.
Από την άλλη μεριά στην Βαλκανική, η μεγαλύτερη ανταγωνιστική δύναμη της εποχής ήταν η Βουλγαρία, που συγκρινόμενη με την Ελλάδα είχε ένα τριπλάσιο στρατό και εξοπλισμό. Υποστηριζόμενη από την Ρωσία και την Γερμανία είχε βγει ευνοημένη εδαφικά ήδη από το 1875 με την Συνθήκη του Αγ. Στεφάνου και έκτοτε είχε υιοθετήσει την δική της Μεγάλη ιδέα περί Μεγάλης Βουλγαρίας, που ίσως θα μπορούσε να κατέχει και την Κωνσταντινούπολη! Ταυτόχρονα είχε προχωρήσει και στην θρησκευτική της ανεξαρτητοποίηση με την λεγόμενε αυτοκέφαλη Βουλγαρική Εξαρχία. (1870).
Οι άλλες δυνάμεις ήταν η ισχυρή Σερβία, με μόνιμη επιθυμία της, την έξοδο της προς το Αιγαίο πιεζόμενη πάντα από την Αυστρία με καλές φιλικές σχέσεις με την Ελλάδα, λόγω των κοινών αμυντικών σχεδίων τους απέναντι στην Βουλγαρία. Άλλη μικρότερη δύναμη ήταν το Μαυροβούνιο και τέλος η Ρουμανία, η οποία μόνιμα ήθελε να παίζει τον ρόλο της στην Βαλκανική μέσα από τοπικές κοινοτικές μειονότητες (Βλάχοι), ανταγωνιζόμενη κυρίως την Βουλγαρία.
Αυτές λοιπόν οι δυνάμεις μετά από πολλές συζητήσεις και συμφωνίες, αποφάσισαν και κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμ. Αυτοκρατορία, αποφασισμένες να βάλουν τέλος, στην μακρόχρονη κατοχή εδαφών, πληρωμή φόρων και απαιτήσεων και έτοιμες να επανεξετάσουν τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Τον Σεπτέμβριο του 1912 όλοι οι εμπλεκόμενοι κήρυξαν επιστράτευση. Πρώτο, κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμ. Αυτοκρατορία, το Μαυροβούνιο 25/9 και ακολούθησαν με ταυτόσημη διακοίνωση τους, οι υπόλοιπες δυνάμεις στις 30/9. Η Τουρκία που βρισκόταν σε πόλεμο με την Ιταλία για τα Δωδεκάνησα, υπογράφει ειρήνη, απεμπλέκεται από τον Ιταλικό αποκλεισμό και απορρίπτει τους όρους των Συμμάχων την 4η Οκτωβρίου 1912.
Ο πόλεμος είναι πλέον γεγονός. Η Ελλάς μάχεται στην Δυτική Μακεδονία , η Σερβία στην Κεντρική και η Βουλγαρία στην Ανατολική. Θα εστιάσω τον λόγο μου πλέον στα Ελληνικά πολεμικά γεγονότα.
Ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α', απευθύνει διάγγελμα προς τον Ελληνικό λαό, διαβάζω ένα μικρό απόσπασμα. "...Αι ιεραί υποχρεώσεις προς την φιλτάτην Πατρίδα, προς τους υπόδουλους αδελφούς
μας και προς την ανθρωπότητα ...και μετά την αποτυχίαν των ειρηνικών προσπαθειών μας, προς επίτευξιν και εξασφάλισιν των αν&ρωπίνων δικαιωμάτων, των υπό τον Τουρκικόν ζυγόν Χριστιανών, επιβάλλουν όπως, δια των όπλων θέσουν τέρμα εις την δυστυχίαν την οποίαν ούτοι υφίστανται από τόσων αιώνων." Η Ελλάς με την στρατιά της Θεσσαλίας 70.000 άνδρες, εισβάλει από τα στενά της Μελούνας στην Ελασσόνα, Ν.Δ. Μακεδονία, κυριεύει την Ελασσόνα και ξεχύνεται ορμητικά προς το Σαραντάπορο το οποίο καταλαμβάνει την 10° Οκτωβρίου με αρκετές απώλειες. Εδώ θα συναντήσουμε τον τέκτονα και συνταγματάρχη Στεφ. Γεννάδη επί κεφαλής του ανεξάρτητου ηρωικού αποσπάσματος Ευζώνων, που διακρίθηκε και σε άλλες μάχες κι έγινε υποστράτηγος Δ/της της 5ης Μεραρχίας.
Άλλος ένας τέκτονας αδελφός, ο υπολοχαγός Ιωάννης Καλογεράς ξεχώρισε για την επιτελική στρατιωτική ευφυΐα του στην κρίσιμη κατάληψη του Σαρανταπόρου, και ο οποίος λίγο αργότερα πρωτοστάτησε στη κατάληψη του Μπιζανίου και των Ιωαννίνων. Στη συνέχεια καταλαμβάνονται τα Σέρβια και η Κοζάνη 10/8/1912. Τις μέρες εκείνες γράφτηκε το μέλλον της Μακεδονίας, γιατί ο αρχιστράτηγος διάδοχος Κωνσταντίνος, σχεδίαζε να καταλάβει πρώτα το Μοναστήρι και να στείλει μόνο την 7η Μεραρχία, προς Θεσσαλονίκη.
Ήταν 14 Οκτωβρίου όταν ο υποστράτηγος Δαγκλής, Επιτελάρχης της Στρατιάς, ένας έμπειρος και εξαίρετος αξιωματικός, μακριά από φατρίες, άφηνε την Αθήνα , με την αυστηρή εντολή του Βενιζέλου για άνευ ουδεμίας καθυστερήσεως πορεία του στρατού προς την Θεσσαλονίκη. Και ο Παναγιώτης Δαγκλής ήταν Τέκτων. Αυτός ηγήθηκε ουσιαστικά του Ελληνικού Στρατού. Ο Κωνσταντίνος υπακούει στην άνευ συζητήσεως εντολή του Βενιζέλου και στρέφεται γοργά προς Θεσσαλονίκη, κυριεύει την Βέροια , Κατερίνη και Νάουσα. Στις 19/10 δίνεται η μάχη των Γιαννιτσών που έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ψυχολογία των Τούρκων διότι την θεωρούσαν Ιερή πόλη και ήταν η τελευταία αμυντική γραμμή πριν την Θεσσαλονίκη. Η ορμή των Ελλήνων είναι εκπληκτική, ξεπλένουν μετά από 15 χρόνια το ατυχές 1897.
Οι'Ελληνες κατασκευάζουν γέφυρες για να περάσουν τον Αξιό. Μόλις 20 χιλιόμετρα τους χωρίζουν από την Θεσσαλονίκη.
Η Θεσσαλονίκη της εποχής εκείνης ήταν η 2η μεγαλούπολη της Οθ. Αυτοκρατορίας με 150.000 κατοίκους , όταν η Αθήνα είχε 165.000, το Βελιγράδι 120.000 και η Σόφια 65.000. Ήταν μία πόλις πολυεθνική, όπου οι Εβραίοι ήταν το μεγαλύτερο ποσοστό της με 65.000, οι Τούρκοι 30.000, οι Έλληνες 35.000 και διάφοροι άλλοι το υπόλοιπο. Αυτή η πόλη ήταν το μήλον της έριδος που Βούλγαροι και Έλληνες συναγωνίζονταν ποιος θα την καταλάβει πρώτος, μέσα σε ένα σιωπηλό αιματηρό αγώνα δρόμου.
Να γιατί ο Βενιζέλος ήταν άκαμπτος και αποφασισμένος να την καταλάβει χωρίς χρονοτριβή. Θα σας αναφέρω τώρα κι ένα γεγονός που βοήθησε στην ευτυχή κατάληψη της Θες/νίκης.
Ο γνωστός μας Μακεδονομάχος υπολοχαγός πράκτορας, ο τέκτων Αθανάσιος Νικολαίδης Σουλιώτης, ως σύνδεσμος της Ελληνοβουλγαρικής συμμαχίας ευρισκόμενος στο Βουλγαρικό στρατηγείο μαζί με τον γιατρό Φίλιππο Νίκογλου, πληροφορήθηκαν τις αιφνιδιαστικές κινήσεις των Βουλγάρων μετά την κατάληψη των Σερρών προκειμένου να εισέλθουν πρώτοι στην
Θεσσαλονίκη.
Την σπουδαία αυτή πληροφορία έστειλε με κρυπτογραφικό μήνυμα ο Σουλιώτης στον Βενιζέλο. Ύστερα από 482 χρόνια η Θεσσαλονίκη ανακτούσε την ελευθερία
της (1430-1912).
Πέντε μεραρχίες του Ελληνυού στρατού συγκλίνουν και φθάνουν στις 25 Οκτωβρίου έξω οπό την Θεσσαλονίκη. Ο Τούρκος στρατηγός Χασάν Ταξίν Πασάς με 25.000 στρατιώτες έχουν προετοιμαστεί για την άμυνα υης Θεσσαλονίκης. Ο Ταξίν Πασάς προτείνει να παραδώσει στον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο την πόλη, υπό την προϋπόθεση ότι ο τουρκικός στρατός θα αποχωρήσει με τα όπλα του.
Ο Κων/νος με τελεσίγραφο απορρίπτει την πρόταση και δίνει προθεσμία παράδοσης έως στις 18.00 μμ της επομένης 26/10 άλλως θα επιτίθετο!
Τελικά μετά από διαπραγματεύσεις στις οποίες συμμετείχαν και εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων, οι Τούρκοι συμφωνούν στις 13.00 το μεσημέρι της 26/10, ημέρα εορτασμού του Πολιούχου Αγ. Δημητρίου, να παραδώσουν την πόλη. Στις 23.30 το ίδιο βράδυ υπογράφεται το πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης στους Έλληνες, από τον Ταξίν Πασά και δύο εκπροσώπους , επιτελείς του Κωνσταντίνου, οι γνωστοί αξιωματικοί Ιωάννης Μεταξάς και Βίκτωρ Λούσμανης, Τέκτονες και οι δύο.
Οι Βούλγαροι θα φθάσουν λίγες ημέρες αργότερα στις 29/10 και θα αποδεχθούν την κατάληψη με μεγάλη απογοήτευση. Την ίδια μέρα φθάνει στην Θεσσαλονίκη ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α' για να τονίσει με την άφιξη του την Ελληνική κυριαρχία και σημασία της κατάκτησης.
Λίγες μέρες μετά, 4/11, φθάνει στην Θεσσαλονίκη η Βασίλισσα Όλγα η οποία θα παρακολουθήσει την αγία λειτουργία με τις στρατιωτικές αρχές, στον Αγ. Μηνά όπου θα διαβαστεί απόσπασμα του Μητροπολίτη Κιτίου της Κύπρου, ενός άλλου επιφανούς Τέκτονα, ο οποίος απευθυνόμενος προς τους Θεσσαλονικείς, λέει: «...να παρακαλέσετε τον οικτίρμονα Θεό, ηνωμένοι μετά πίστεως και αγάπης, όπως επεκτείνη το έλεος Αυτού και επί την Ελληνικωτάτης Κύπρου και πάσας τας ακόμη αλύτρωτους Ελληνικάς χώρας...»
Ένας άλλος παράλληλος αγώνας στην θάλασσα είχε ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή και η θαλάσσια αυτή δύναμης της Ελλάδος ήταν το διαπραγματευτικό της πλεονέκτημα που την έκανε σεβαστή, υπολογίσιμη και απαραίτητη μεταξύ των συμμάχων. Τα νεότευκτα πλοία των Ελλήνων με την επί κεφαλής ναυαρχίδα του στόλου το εύδρομο θωρηκτό Αβέρωφ, ήταν η αιτία της παντελούς ναυτικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, εμποδίζοντας την μεταφορά τουρκικών στρατευμάτων στις εμπόλεμες περιοχές και το κλείσιμο του τουρκικού στόλου στα στενά του Ελλησπόντου. Συνοπτικά αναφέρω τις λαμπρές επιτυχίες:
Στις 18 Οκτωβρίου το τορπιλοβόλο πλοίο του υποπλοιάρχου Ν. Βότση εισήλθε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και τορπίλισε την κανονιοφόρο Φετίχ Μπουλέντ. Και ο Νικόλαος Βότσης υπήρξε τέκτων .
Ο στόλος μας απελευθέρωσε όλα τα νησιά του Β.Α. Αιγαίου, Θάσο, Σαμοθράκη 19/10/1912 Μυτιλήνη 8/11, Χίο 11/12. Με τη ναυμαχία της Έλλης 13 Δεκεμβρίου και της Λήμνου 5/1/1913 ο Τουρκικός στόλος θα αποκλειστεί οριστικά στα στενά των Δαρδανελίων. Αφού η κατάληψη της Θεs/νίκης ξεκαθαρίστηκε ο στρατός στράφηκε προς την Ήπειρο. Η πόλις στόχος - κλειδί ήταν τα Γιάννενα, με μία φρουρά 40.000 στρατιωτών Τούρκων και Αλβανών τσάμηδων, υπό τον στρατηγό Μεχμέτ Εσσάτ Πασά. Ο δρόμος προς τα Γιάννενα όμως είχε ένα φοβερό φυσικό εμπόδιο, το Μπιζάνι με τους λόφους του, που είχαν οχυρώσει σαν κάστρο οι Τούρκοι με την τεχνική επίβλεψη και βοήθεια των Γερμανών (στρατηγός καθηγητής της στρατιωτικής Ακαδημίας του Βερολίνου Colmar Freiherr).
Νοέμβριος του 1912, η στρατιά της Ηπείρου βαδίζει προς τα Γιάννενα, όπου θα γραφούν πάμπολλες σελίδες ηρωισμού και αυταπάρνησης. Ταυτόχρονα η Κορυτσά καταλαμβάνεται.
Το σώμα των εθελοντών Γαριβαλδινών μαχητών μάχεται ηρωικά στο Δρίσκο. Μια ευγενική ψυχή ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, Τέκτων κι αυτός, θα ξεψυχήσει στην αγκαλιά ενός άλλου αδελφού αγωνιστή Τέκτονα, του Νικολάου Καρβούνη, λογοτέχνη και φιλόσοφου.
Ο φόρος του αίματος ήταν σκληρός για τους Έλληνες;, 12.000 νεκροί πάμπολλοι οι τραυματίες 7.500 οι Τούρκοι. Οι μάχες στο Μπιζάνι ήταν μάχες χαρακωμάτων, στατικές κάτω από φοβερό κρύο, βροχή, χιόνι και λάσπη. Οι νύκτες άφηναν τους μαχητές με «κρυστάλλινα πόδια» κρυοπαγήματα! Οι ανταλλαγές του πυροβολικού ήταν ατέλειωτες και τρομακτικές. Η κατάληψη των οχυριών στο Μπιζάνι διήρκεσαν σχεδόν 3 μήνες! Σκεφθείτε ότι στις 20 Φεβρουαρίου του '13 το Ελληνικό πυροβολικό έρριψε 15.000 οβίδες πριν την τελική επίθεση! Εδώ έλαβε μέρος ως Δ/της της 8ης Μεραρχίας ο Δημ. Ματθαιόπουλος, αδ.Τέκτων, όπου και τραυματίστηκε.
Στο Μπιζάνι δοκιμάστηκε ο πόλεμος της φθοράς με οποιοδήποτε τίμημα και ήταν το προοίμιο των φοβερών μαχών του 1ου Παγκοσμίου πολέμου με τα εκατομμύρια των νεκρών.
Επακόλουθο των μαχών αυτών ήταν η κύκλωση και παράδοση των Ιωαννίνων. Όλη η Ελληνική ηγεσία είχε φθάσει στο μέτωπο, ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος, ο Ελευθ. Βενιζέλος, ο στρατηγός Δαγκλής και όλη η ηγεσία με τα επιτελεία της. Ο Εσσάτ Πασάς παρέδωσε την πόλη αμαχητί στις 21 Φεβρουαρίου του 13 στο ιστορικό χάνι του Εμίν αγά, αναγνωρίζοντας την άσκοπη και αιματηρή συνέχιση της προάσπισης των Ιωαννίνων. Η είσοδος στην πόλη του Ελληνικού στρατού την επομένη γιορτάστηκε με έξαλλη χαρά .
Μέχρι τις αρχές Απριλίου η κατάσταση σε όλα τα πεδία των μαχών ξεκαθαρίστηκε και συμφωνήθηκε ανακωχή σε όλα τα μέτωπα της Βαλκανικής υπό την επίβλεψη των μεγάλων δυνάμεων. Ταυτόχρονα οριστικοποιήθηκε η σύσταση του Αλβανικού Κράτους και η απώλεια της
Β. Ηπείρου. Επακολούθησαν, η συνθήκη του Λονδίνου (17/5/13) και Βουκουρεστίου (28/7/13) με την οποία η Τουρκία παραιτήθηκε από τις Ευρωπαϊκές κτήσεις της και ξεκίνησε με την επέμβαση των Μεγάλων δυνάμεων η διανομή των εδαφών και η χάραξη των συνοριακών γραμμών.
Η κρυφή διπλωματία οργίασε την εποχή εκείνη. Θύμα της και ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α' (5/3/1913) δολοφονημένος από ένα «παράφρονα» σε ένα ανεξιχνίαστο έγκλημα που η Ιστορία οφείλει να ερευνήσει στο μέλλον. Οι συνθήκες που προανέφερα δεν έλυσαν οριστικά ούτε δίκαια τις απαιτήσεις και οι διαφορές μεταξύ των κρατών διευθετήθηκαν μετά από νέες πολεμικές συγκρούσεις . Αποτέλεσμα των εκκρεμοτήτων αυτών ήταν η 2η Βαλκανική σύρραξη μεταξύ της Βουλγαρίας και από την άλλη πλευρά της Σερβίας, Ελλάδος, Τουρκίας και Ρουμανίας. Ο 2ος Βαλκανικός ήταν ένας σύντομος αλλά ιδιαίτερα σκληρός αγώνας. Η Ελλάδα και η Σερβία συμμάχησαν και πάλι, επειδή οι διαφορές τους με την Βουλγαρία ήταν μεγάλες, λόγω της απαιτητικής και υπεροπτικής συμπεριφοράς της Βουλγαρίας. Τα σύννεφα του πολέμου πύκνωσαν.
Τον Ιούνιο του 1913 η Βουλγαρία επετέθη στην Σερβία και την Ελλάδα.
Ο βασιλεύς και αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος διέταξε γενική αντεπίθεση σε όλα τα μέτωπα. Η μεγαλύτερη, σκληρότερη και φονικότερη μάχη του πολέμου ήταν αυτή του Κιλκίς - Λαχανά στις 19-21 Ιουνίου. Σ' αυτήν έπεσαν και τραυματίστηκαν 10.000. Από τους 8 δοικητές συνταγμάτων έπεσαν οι 6 και διακόσιοι αξιωματικοί, μεταξύ τους και ο έφεδρος ανθ/γος Βασίλειος Πλαστήρας, ο καθηγητής Θεολογίας, δάσκαλος Γυμναστικής το 1905 στην Κορυτσά και Τέκτων αδελφός μας.
Οι Βούλγαροι υποχωρούν. Καταλαμβάνονται ύστερα από σκληρές μάχες η Δοϊράνη, η Καβάλα με την βοήθεια του ναυτικού, το Μελένικο, το Σιδηρόκαστρο, οι Σέρρες,το Δοξάτο και η Δράμα.
Όπου εισέρχονται οι Έλληνες συναντούν αποκαΐδια και δολοφονημένους πολίτες. Τα φοβερά Κομιτάτα συνέχιζαν τις σφαγές. Στις 8 Ιουλίου δίνεται άλλη μια σκληρή μάχη στα στενά της Κρέσνας.
Τρεις μέρες αγώνα για να ανοίξει ο δρόμος της Ελευθερίας προς την Αλεξανδρούπολη, Ξάνθη και Κομοτηνή. Οι Βούλγαροι νικημένοι σε όλα τα πεδία των μαχών από τους υπόλοιπους πρώην συμμάχους της αναζητούν την ανακωχή και την επίλυση των διαφορών με την διπλωματική οδό, ζητώντας βοήθεια από τους προστάτες τους Αυστρία και Ρωσία.
Η συνθήκη του Βουκουρεστίου (28/7/13) απέδωσε στους νικητές του Β' Βαλκανικού πολέμου αρκετά δίκαια, προσδοκώμενα εδάφη.
Η Ελλάδα σχεδόν διπλασίασε την έκταση και το πληθυσμιακό της , (4.800.000 κατ.), έγινε κυρία νέων πλουτοπαραγωγικών πηγών και γενικά κέρδισε τον σεβασμό φίλων και εχθρών.
Δυστυχώς η κληρονομιά των μειονοτικών πληθυσμών, δημιούργησαν αμφισβητήσεις και αιτίες προστριβών που μέχρι και σήμερα συνεχίζονται.
Η Μεγάλη ιδέα δεν υπήρξε ένα εθνικό ουτοπικό όνειρο της Ελλάδος μόνον, αλλά και όνειρο των άλλων δύο Βαλκανικών Χωρών, της Σερβίας και Βουλγαρίας, που όμως οι γεωπολιτικοί και
διεθνείς συσχετισμοί δεν επέτρεψαν να υλοποιηθούν σε καμία τους.
Αλέξανδρος Στεφανίδης
πρ.Σεβ. Σ.Στ. Υψηλάντης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου